Οι δόσεις των στεγαστικών δανείων έχουν συγκλίνει σε μεγάλο βαθμό με τα μηνιαία ενοίκια τα τελευταία τρία χρόνια, ωθώντας έναν αυξανόμενο αριθμό νοικοκυριών να επιλέξουν να αγοράσουν αντί να ενοικιάσουν, σύμφωνα με τον υπουργό Εσωτερικών Κωνσταντίνο Ιωάννου.
Σε γραπτή απάντησή του στη Βουλή, ο Ιωάννου ανέφερε ότι τα επίσημα στοιχεία δείχνουν σταδιακή μείωση των αιτήσεων για επιδότηση ενοικίου παράλληλα με αύξηση των αιτήσεων για προγράμματα στήριξης αγοράς ή κατασκευής κατοικιών.
Η στροφή, είπε, αντανακλά τις συνθήκες της αγοράς, ιδίως τις συνεχείς αυξήσεις στις τιμές των ενοικίων, οι οποίες έχουν μειώσει το χάσμα μεταξύ των αποπληρωμών ενοικίου και στεγαστικών δανείων.
Ο αριθμός των δικαιούχων επιδότησης ενοικίου μειώθηκε σε 3.155 το 2024, από 3.712 το 2023 και 4.509 το 2022, είπε ο υπουργός.
Ταυτόχρονα, τα ποσά των επιδοτήσεων αυξήθηκαν κατά περίπου 15 τοις εκατό στις αρχές του 2024 σε μια προσπάθεια να αμβλυνθούν οι πιέσεις στους ενοικιαστές.
Τα σχόλια ήρθαν ως απάντηση σε κοινοβουλευτική ερώτηση του βουλευτή Χρήστου Σενέκη, ο οποίος ρώτησε εάν η κυβέρνηση σκοπεύει να αναθεωρήσει εισοδηματικά κριτήρια για το καθεστώς επιδότησης ενοικίου, τα οποία παραμένουν αμετάβλητα για περισσότερα από 15 χρόνια.
Ο Σενέκης υποστήριξε ότι οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες έχουν αλλάξει ουσιαστικά από την τελευταία αναθεώρηση, αφήνοντας πολλούς πιθανούς δικαιούχους αποκλεισμένους.
Εξέφρασε επίσης ανησυχίες ότι τα απαρχαιωμένα κριτήρια μπορεί να εξηγήσουν γιατί μέρος του προϋπολογισμού του συστήματος παραμένει αδιάθετο, ζητώντας στοιχεία για την απορρόφηση κεφαλαίων τα τελευταία τρία χρόνια.
Ο Ιωάννου είπε ότι το πρόγραμμα, το οποίο διαχειρίζεται από το 2009 η Ειδική Υπηρεσία Φροντίδας και Αποκατάστασης Εκτοπισθέντων, βρίσκεται επί του παρόντος υπό αναθεώρηση.
Έχει ήδη κατατεθεί νομοσχέδιο στη νομική υπηρεσία, είπε, με στόχο την κατάργηση απαρχαιωμένων διατάξεων του νόμου για την ενοικίαση κατοικιών και τη θέσπιση νέου πλαισίου με κριτήρια αξιολόγησης και όχι άκαμπτα εισοδηματικά όρια.
Μόλις εγκριθούν, τα νέα κριτήρια, συμπεριλαμβανομένων των αναθεωρημένων υπολογισμών εισοδήματος, θα υποβληθούν στο Υπουργικό Συμβούλιο.
Ο στόχος, είπε ο Ιωάννου, είναι να επεκταθεί η δεξαμενή των επιλέξιμων δικαιούχων και να διασφαλιστεί πιο ακριβής στόχευση της στήριξης.
Παρά τη μείωση του αριθμού των αποδεκτών, ο υπουργός είπε ότι η εκτέλεση του προϋπολογισμού παραμένει υψηλή.
Κατά μέσο όρο, περισσότερο από το 90 τοις εκατό του προϋπολογισμού επιδότησης ενοικίου απορροφήθηκε τα τελευταία τρία χρόνια, φθάνοντας το 93,54 τοις εκατό το 2022, το 93,76 τοις εκατό το 2023 και το 85,39 τοις εκατό το 2024.
Οποιεσδήποτε οικονομίες, πρόσθεσε, δεν μένουν αχρησιμοποίητες αλλά ανακατευθύνονται σε άλλα προγράμματα στέγασης, ιδιαίτερα σε αυτά που υποστηρίζουν την αγορά, την κατασκευή ή την ανακαίνιση κατοικίας, όπου η ζήτηση έχει υπερβεί τις αρχικές χορηγήσεις του προϋπολογισμού.
Η αναθεώρηση έρχεται καθώς η αγορά ενοικίων της Κύπρου συνεχίζει να σφίγγει, με τα ενοίκια να αυξάνονται απότομα σε ολόκληρη τη χώρα.
Στοιχεία από το Υπουργείο Κτηματολογίου και Χωρομετρίας υποδεικνύουν συνεχείς αυξήσεις τα τελευταία τρία χρόνια, εντείνοντας τις ανησυχίες σχετικά με την οικονομική προσιτότητα των κατοικιών.
Σε αυτό το πλαίσιο, το Υπουργείο Εσωτερικών επαναξιολογεί την αποτελεσματικότητα των στεγαστικών του προγραμμάτων.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το πρόγραμμα Renovate-to-Rent, καθώς και τα κίνητρα που στοχεύουν σε ορεινές και αγροτικές περιοχές, αναμένεται να αναθεωρηθούν με στόχο τη διεύρυνση του αριθμού των δικαιούχων.
Αντίθετα, τα κίνητρα και τα προγράμματα αστικής ανάπτυξης που εφαρμόζονται μέσω του Κυπριακού Οργανισμού Ανάπτυξης Γης (Koag) αναμένεται να συνεχιστούν αμετάβλητα το 2026, ενώ το στεγαστικό σχέδιο που απευθύνεται σε νέους έως 41 ετών δεν αναμένεται να ανανεωθεί.
Σε σχετικές ειδήσεις, ο προϋπολογισμός της Koag για το 2026 πρόκειται να διπλασιαστεί σχεδόν σε σύγκριση με το 2025, ενώ τα προβλεπόμενα έσοδα αναμένεται να υπερδιπλασιαστούν, αντανακλώντας μια απότομη κλιμάκωση της δραστηριότητας σε έργα στέγασης και αστικής ανάπτυξης.
Ο προϋπολογισμός της Koag εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 16 Δεκεμβρίου και υποβλήθηκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων την περασμένη εβδομάδα, κατά τη διάρκεια της τελευταίας συνεδρίασης της ολομέλειας πριν από τις διακοπές των Χριστουγέννων.
Σύμφωνα με την εισαγωγική έκθεση που υποβλήθηκε στο Κοινοβούλιο, η Koag αναμένει έσοδα 41,95 εκατομμυρίων ευρώ το 2026, τα οποία ταιριάζουν σε γενικές γραμμές με τις προβλεπόμενες δαπάνες ύψους 41,96 εκατομμυρίων ευρώ.
Συγκριτικά, ο αναθεωρημένος προϋπολογισμός για το 2025 προβλέπει έσοδα 16,15 εκατ. ευρώ έναντι δαπανών 22,98 εκατ. ευρώ.
Η αύξηση στην πλευρά των εσόδων οφείλεται κατά κύριο λόγο στη στεγαστική δραστηριότητα. Τα έσοδα από την πώληση κατοικιών και οικοπέδων υπολογίζονται σε 20,93 εκατ. ευρώ, ενώ τα έσοδα από πολεοδομικά κίνητρα και άλλα αναπτυξιακά έργα αναμένεται να φτάσουν τα 8 εκατ. ευρώ.
Επιπλέον, η Koag σχεδιάζει να αντλήσει 6,4 εκατ. ευρώ από δάνεια, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδότησης που συνδέεται με το έργο προσιτής στέγασης στο Δήμο Λεμεσού.
Περαιτέρω έσοδα προβλέπεται να προέλθουν από επιχορήγηση 6,22 εκατ. ευρώ από το Υπουργείο Εσωτερικών, εισπρακτέοι τόκοι περίπου 290.000 ευρώ και 108.000 ευρώ από άλλες πηγές.
Από την πλευρά των δαπανών, οι κεφαλαιουχικές δαπάνες αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού του 2026, ύψους 33,17 εκατ. ευρώ.
Οι δαπάνες προσωπικού υπολογίζονται σε 2,84 εκατ. ευρώ, ενώ οι αμοιβές και οι λοιπές παροχές υπολογίζονται σε 855.500 ευρώ.
Τα διοικητικά έξοδα αναμένεται να φτάσουν τις €888.700.
Έχει επίσης γίνει πρόβλεψη για αποπληρωμές δανείων και οφειλών 3,1 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των επιστροφών που συνδέονται με το καθεστώς χαμηλών μισθών.
Ένα επιπλέον 1 εκατ. ευρώ προορίζεται για πληρωμές από την Koag στο ρόλο της ως φορέας υλοποίησης του προγράμματος ανακαίνιση-ενοικίαση, ενώ 100.000 ευρώ έχουν διατεθεί για απρόβλεπτα έξοδα και αποθεματικά.
Παρά την απότομη αύξηση των δαπανών, η Koag αναμένεται να διατηρήσει μια σταθερή ταμειακή θέση.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ταμειακά διαθέσιμα στις αρχές του 2025 και τις ροές κατά τη διάρκεια του έτους, ο οργανισμός προβλέπεται να κλείσει το 2025 με πλεόνασμα 15,15 εκατ. ευρώ. Το ταμειακό πλεόνασμα εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 15,14 εκατ. ευρώ στην αρχή του ίδιου έτους.
