της Ανθής Ερμογένους
Προσπάθησε να κάνει τα παιδιά του «αντιφά», με κριτική σκέψη. Συμφωνήσαμε πως οι αντιλήψεις των παιδιών είναι επίκτητες. Συμφωνήσαμε πόσο βαρύ είναι να τα απαλλάξεις από άριες υπεροψίες.
Πριν λίγα χρόνια, όταν η Βερόνικα ήταν έξι, την πήραμε στο Παρίσι. Στο πολυπολιτισμικό Παρίσι. Με τους μαύρους, τους άσπρους, τους περίεργους καλλιτέχνες, τις γυναίκες που ξυρίζουν κεφάλι. Ένα παιδί που μεγαλώναμε σχολαστικά με κάμποσες μανιέρες για να μας βγει άνθρωπος. Τέμνοντας και κόπτοντας από το μυαλό της την ιεράρχηση των ανθρώπων, ξεκοκαλίζαμε καθημερινά ό,τι ρατσιστικές προσλαμβάνουσες απορροφούσε απ’ αλλού.
Στο Παρίσι λοιπόν, στο μετρό, στεκόταν ένας μαύρος κύριος. Με ρώτησε η μικρή αν καταλαβαίνει Ελληνικά και της είπα όχι. Ξεδιπλώθηκε και είπε δειλά «Τον φοβάμαι λίγο». Ένιωσα λες και έφτυσε μέσα στο ποτήρι μου.
Τα παιδιά είναι άγραφα. Ένα παιδί που τρέχει με τη γυμνάστρια μάνα της σε Παραολυμπιακούς, διαλέγει μαύρες κούκλες, βλέπει βίντεο αθλητών με κομμένα μέλη να βάζουν συνθετικό πόδι, πού στο καλό βρήκε φόβο από ένα άλλο χρώμα δέρματος; Μου είπε για κάποιον που της είπε, ότι οι μαύροι βρομάνε και σκοτώνουν.
Την προσεγγίζω παιδικά. Πως και αυτήν την βλέπουν παράξενα επειδή είναι άσπρη και αναρωτιούνται αν ξέβαψε. Και πως τη διάπλασή μας την επηρεάζουν οι γεωγραφικές συνθήκες. Μετά έπρεπε να μιλήσουμε με όρους ανθρώπινους. Χρειάστηκε να πούμε τα αυτονόητα.
Την ώρα που βγαίναμε ο μαύρος κύριος τής χαμογέλασε και τη ρώτησε, στα Αγγλικά, πώς την λένε. Η μικρή γύρισε πάνω μου να πάρει νεύμα αν είναι εντάξει να του απαντήσει. Του είπε «Βερόνικα» κάνοντας μάλιστα προφορά και χαριτωμενιές. Μετά ρώτησε, «You?».
Άνοιξε λίγες μέρες μετά το σχολείο της. Τρέχει να μου πει, σαν να έψαχνε να δει την περηφάνια μου, πως στο σχολείο της ήρθε ένα κορίτσι, λίγο μαυρούλα η οποία είναι Ινδή. Δεν ξέρει λέξη Ελληνικά και στο διάλειμμα δεν παίζουν μαζί της τα παιδιά γιατί δεν συνεννοούνται. «Αλλά εγώ παίζω, δεν πάω να παίζω με τους άλλους, δεν γίνεται να κάθεται μόνη της στο παγκάκι, δεν θα μάθει ποτέ Ελληνικά έτσι». «Και πώς μιλάτε;» «Με νοήματα, εμείς συνεννοούμαστε». Σήμερα, αυτή η μικρή είναι η καλύτερη της τάξης. Σήμερα, εξηγεί στη Βερόνικα τη γενική πτώση.
Τα παιδιά τα φορμάρεις. Τα παιδιά δεν έχουν αρνητική επίπτωση σε παιδιά επειδή είναι μελαχρινά. Πώς μπορεί να σου ξινίζουν παιδιά επειδή είναι πρόσφυγες, ορφανοί, ασυνόδευτοι; Πώς μπορείς να φλομώνεις με βαρύγδουπες φοβολογίες πως παιδιά μπορεί να κάνουν κοινωνικό κακό σε παιδιά; Δεν έχουν εθνικά ψεγάδια τα παιδιά. Ψεγάδια έχουν οι ενήλικες. Τέτοια ερώτηση είναι απαντημένη.
Σήμερα η κάθε ημιμαθής, η κάθε φοβική ασυναναστρόφιστη με την κοινωνία, θέλει να αλλάξει σχολείο το παιδί της, επειδή το σχολείο της περιοχής της έχει πολλούς ξένους.
Κάτσε τώρα ενήλικα με την κοινωνική αταλαντοσύνη, να σου πω εγώ για έρευνες. Οι μπροσούρες σου της ανισότητας αφορούν μόνο υλικά υποτελείς. Αν ο Ινδός είναι γιος του επενδυτή δεν φοβάσαι. Ο κοινωνικός κορβανάς του μυαλού σου είναι μια βλακεία και μισή. Τάχατες φοβίες με φάλτσα μεταγλώττιση. Πες το όνομα κανονικά. Είναι ρατσισμός.
Ναι, ο άνθρωπος διαλέγει ομάδες με κοινά χαρακτηριστικά. Το in-group bias όμως δεν αποκλείει απ’ το υπόλοιπο περιβάλλον τον διαφορετικό σου. Και αν εκτεθείς στο άλλο ερέθισμα, γίνεται γνώριμο και ελκυστικό. Άμα θες επιστημοσύνες, googlαρε mere-exposure effect. Παράτα μας με τις φαινομενολογικές ταραχές σου.
Κάνε έρευνα τι παιδιά διαμορφώνει ο ρατσιστικός λόγος. Με τι αγκυλωτές αγκυλώσεις στρεβλώνεις ανθρώπινα ένστικτα. Τι περιθώρια τους αφήνεις για σχέσεις ελεύθερης σκέψης.
Και αν δεν έχεις να προσφέρεις ρατσιστικά αντίδοτα, μόκο. Γιατί αν είναι κάτι να ερευνηθεί, είναι οι επιπτώσεις από το αλισβερίσι παιδιών μαζί σου.
* Αρχισυντάκτρια
