Η Κύπρος κατέγραψε περαιτέρω διεύρυνση του εμπορικού της ελλείμματος τον Οκτώβριο, καθώς τόσο οι εισαγωγές όσο και οι εξαγωγές υποχώρησαν σε σύγκριση με πέρυσι, σύμφωνα με νέα στοιχεία που δημοσίευσε την Τετάρτη η Στατιστική Υπηρεσία (Cystat).
Οι συνολικές εισαγωγές αγαθών τον Οκτώβριο του 2025 έφτασαν τα 1,15 δισ. ευρώ, από 1,26 δισ. ευρώ ένα χρόνο νωρίτερα, σημειώνοντας μείωση 8,9%.
Οι εισαγωγές από κράτη μέλη της ΕΕ διαμορφώθηκαν σε 654,8 εκατ. ευρώ, σχεδόν αμετάβλητες από τον Οκτώβριο του 2024, ενώ οι εισαγωγές από τρίτες χώρες μειώθηκαν στα 498,5 εκατ. ευρώ από 613,3 εκατ. ευρώ.
Ο μήνας περιλάμβανε επίσης 106,5 εκατ. ευρώ που συνδέονται με τη μεταβίβαση της οικονομικής ιδιοκτησίας πλοίων, έναντι 82,5 εκατ. ευρώ τον ίδιο μήνα πέρυσι.
Μειώθηκαν και οι εξαγωγές. Οι συνολικές εξαγωγές ανήλθαν σε 388,9 εκατ. ευρώ τον Οκτώβριο του 2025, έναντι 446,8 εκατ. ευρώ τον Οκτώβριο του 2024, σημειώνοντας πτώση 13%.
Οι αποστολές προς τα κράτη μέλη της ΕΕ έφτασαν τα 108,6 εκατ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές σε τρίτες χώρες ανήλθαν σε 280,3 εκατ. ευρώ. Οι μεταβιβάσεις ιδιοκτησίας πλοίων ανήλθαν σε 46,1 εκατ. ευρώ, ελαφρώς χαμηλότερες από 52,9 εκατ. ευρώ πέρυσι.
Ωστόσο, κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου, οι συνολικές εμπορικές ροές αυξήθηκαν. Οι συνολικές εισαγωγές έφτασαν τα 11,27 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 12,3% από 10,03 δισ. ευρώ την ίδια περίοδο του 2024.
Οι συνολικές εξαγωγές για την περίοδο ήταν 4,62 δισ. ευρώ, σημειώνοντας ετήσια αύξηση 4,3%. Με τις εισαγωγές να ξεπερνούν σταθερά τις εξαγωγές, το εμπορικό έλλειμμα για τους πρώτους δέκα μήνες διευρύνθηκε στα 6,65 δισ. ευρώ, έναντι 5,61 δισ. ευρώ ένα χρόνο νωρίτερα.
Η έκδοση περιλαμβάνει επίσης οριστικά στοιχεία για τον Σεπτέμβριο. Οι εισαγωγές εκείνο το μήνα ανήλθαν σε 1,21 δισ. ευρώ, από 986,3 εκατ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2024, που αντιπροσωπεύει αύξηση 22,8%.
Οι εξαγωγές εγχώριων παραγόμενων προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων καταστημάτων και εφοδίων για πλοία και αεροσκάφη, αυξήθηκαν σε 300,2 εκατ. ευρώ από 207,3 εκατ. ευρώ ένα χρόνο νωρίτερα.
Οι βιομηχανικές εξαγωγές ανήλθαν σε 291,9 εκατ. ευρώ, έναντι 199,3 εκατ. ευρώ το 2024, ενώ οι αγροτικές εξαγωγές ανήλθαν σε 7,1 εκατ. ευρώ. Οι εξαγωγές ξένων προϊόντων ανήλθαν σε 197,6 εκατ. ευρώ, από 146,8 εκατ. ευρώ πέρυσι.
Για την περίοδο Ιανουαρίου–Σεπτεμβρίου, οι κύριες κατηγορίες εγχώριων εξαγωγών, εξαιρουμένων των καταστημάτων και των προμηθειών, παρέμειναν σε γενικές γραμμές αμετάβλητες στη σύνθεση.
Τα ορυκτά καύσιμα και τα έλαια προηγήθηκαν με 1,85 δισ. ευρώ, ακολουθούν το χαλούμι με 288,3 εκατ. ευρώ και τα φαρμακευτικά προϊόντα με 259,5 εκατ. ευρώ. Η στατιστική υπηρεσία σημειώνει ότι τα ορυκτά καύσιμα αντιπροσωπεύουν σε μεγάλο βαθμό προϊόντα που εισάγονται αρχικά, μεταποιούνται και στη συνέχεια επανεξάγονται.
Η Cystat πρόσθεσε ότι τα δεδομένα για τον Ιούλιο, τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο έχουν αναθεωρηθεί, ενώ τα στοιχεία για τον Οκτώβριο παραμένουν προσωρινά.
