Σύμφωνα με ανακοίνωση του πανεπιστημίου, η κ. Καρυολαίμου, μιλούσε πρόσφατα κατά τη διάρκεια της τρίτης διάλεξης του Ζηνώνειου Ελεύθερου Πανεπιστημίου του ΠΚ, με θέμα «Γλωσσικές πρακτικές στη Λατινική κοινότητα από το Αρχείο προφορικής παράδοσης ΚΑΡΜΕΛΑ».
Στην εισήγησή της, η Καθηγήτρια Γλωσσολογίας, σημείωσε την ανάγκη δημιουργίας ενός συστηματικού σώματος δεδομένων για την καταγραφή των γλωσσικών πρακτικών της Λατινικής κοινότητας της Κύπρου, καθώς μέχρι σήμερα δεν έχει διεξαχθεί σχετική κοινωνιογλωσσολογική έρευνα.
Αναλύοντας τα δεδομένα του αρχείου, ανέδειξε τη συλλογική πολυγλωσσία που χαρακτηρίζει τα μέλη της λατινικής κοινότητας μιας και το 50% των συμμετεχόντων δήλωσε σε έρευνα ότι γνωρίζει και χρησιμοποιεί τέσσερις ή και περισσότερες γλώσσες, αναφέρεται.
Όπως επεσήμανε η κ. Καρυολαίμου, «η πολυγλωσσία αυτή, αν και ιστορικά συνδεδεμένη με τη Λατινική κοινότητα, δεν είχε μέχρι σήμερα τεκμηριωθεί με εμπειρικά στοιχεία ενώ τα ατομικά γλωσσικά ρεπερτόρια διαφοροποιούνται ανάλογα με την καταγωγή, την εκπαίδευση, τις μεταναστευτικές εμπειρίες, τις επαγγελματικές και προσωπικές επιλογές, αλλά και τη δυναμική κοινωνική κινητικότητα που διαχρονικά χαρακτηρίζει την κοινότητα».
Πρόσθεσε ότι «στα ευρήματα της έρευνας διαφαίνονται κοινές τάσεις, όπως η αυξανόμενη παρουσία της ελληνικής ως μητρικής γλώσσας, η επικράτηση της αγγλικής ως δεύτερης γλώσσας, και η διατήρηση της γαλλικής και της ιταλικής, οι οποίες συνδέονται με τις μεταναστεύσεις προερχόμενες από τη Γαλλία και κυρίως την Ιταλία στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα».
Οι μετακινήσεις αυτές, σύμφωνα με την ίδια, πραγματοποιήθηκαν συχνά μέσω εμπορικών κέντρων της Μέσης Ανατολής, όπως η Βηρυτός, το Port Said και η Αλεξάνδρεια, ενώ για παλαιότερες μεταναστεύσεις αναφέρονται η Σμύρνη και η Μάλτα.
«Η κ. Καρυολαίμου τόνισε ότι το κοινωνιογλωσσικό προφίλ της Λατινικής κοινότητας αμφισβητεί την αντίληψη πως η πολυγλωσσία αποτελεί προϊόν του σύγχρονου τρόπου ζωής. Αντιθέτως, ανέδειξε την κινητικότητα ως τον κυριότερο παράγοντα που καλλιεργεί τη γλωσσική υπερποικιλότητα στο χρόνο», επισημαίνεται.
Τα γλωσσικά ρεπερτόρια, σημείωσε, αναπτύσσονται και μεταβάλλονται δυναμικά σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου, υπό την επίδραση κοινωνικών, εκπαιδευτικών και οικογενειακών παραγόντων.
Κλείνοντας, η ομιλήτρια ανέφερε ότι, ενώ στις μεταναστεύσεις του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα το οικονομικό και επαγγελματικό κίνητρο κυριαρχούσε, στις νεότερες μετακινήσεις – από το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και εξής – η οικογένεια αποτελεί τον βασικό λόγο εγκατάστασης στην Κύπρο.
Σημειώνεται ότι το αρχείο ΚΑΡΜΕΛΑ εντάσσεται σε μια ευρύτερη πρωτοβουλία που υποστηρίζεται και χρηματοδοτείται από την κυπριακή πολιτεία, μέσω του Υπουργείου Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας, καθώς και του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Κύπρου.
«Στόχος της πρωτοβουλίας είναι η ενίσχυση της ορατότητας των ιστορικών μειονοτήτων του νησιού, η τεκμηρίωση της ιστορικής τους παρουσίας και η προβολή της συμβολής τους στη διαμόρφωση της σύγχρονης κυπριακής κοινωνίας», αναφέρεται.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η προσπάθεια αυτή ευθυγραμμίζεται τόσο με την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης για την τεκμηρίωση και ανάδειξητης άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, όσο και με τις διακηρύξεις των Ηνωμένων Εθνών για τη διαφύλαξη της πολιτισμικής ποικιλομορφίας και τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης 2030.
